Παραμυθάκι για το Σαββατοκύριακο
ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ… σε ένα παράλληλο σύμπαν …
…στα χρόνια του Μεγάλου Μανιτού, όταν ακόμη τα ποτάμια ψιθύριζαν ιστορίες και τα βουνά τραγουδούσαν με τον άνεμο, ζούσε ένας λαός εύθυμος, με καρδιά μεγάλη σαν τον ορίζοντα, και με καπνά διαλογής. Τη γη τους την έλεγαν Χελώνεια Νήσο, γιατί πίστευαν πως μια μαγκούφα Μεγάλη Χελώνα κουβαλούσε όλη τη δημιουργία στην πλάτη της.
Που λέτε παιδιά, ο χρόνος εκεί κυλούσε ήσυχα, με γιορτές, με τελετές, με μέτρημα των φύλλων των εποχών, και με καμία ανθρωποθυσία για να περνάει διασκεδαστικά η ώρα και για να κλάψει ο ουρανός και να χαρεί η φύση. Μαλώνανε, αγκαλαζιόντουσαν και τα ξαναβρίσκανε, και γενικά γελούσανε και κλαίγανε για τα ίδια πράγματα που γελάει και κλαίει ο κόσμος σε όλη την υφήλιο. Όλα καλά.
Μιά μέρα κάτι χλωμά πρόσωπα ήρθαν εξ ανατολάς σε ξύλινα καράβια μακρομούτσουνα. Φτιάξανε κάτι ξύλινα χωριά περίεργα και αρχίσανε να καλλιεργούν τη γή (άκουσον άκουσον) αντί να κυνηγούν βίσωνες όπως κάθε σοβαρός άνθρωπος, αλλά τελικά δέν τα βρήκανε με τους ντόπιους, οι οποίοι τους πετάξανε πίσω στη θάλασσα να πάν απο κεί που ήρθαν. Έτσι πάει.
Πέρασαν πολλά χρόνια, και τα χλωμά πρόσωπα, άλλα χλωμά πρόσωπα αυτά, ξαναπήγαν.
Χαλόου όλ γιου πίπλ! Χάβ γιου χέρντ οφ άουρ λόρντ Τζίζους Κράιστ;
Οι ξύλινες πιρόγες τους ήταν τεράσιες αυτή τη φορά. Οι ντόπιοι έκλασαν μέντες σαν αντίκρισαν τα σιδερένια τσουτσούνια τους. Ήρθαν που λέτε τα χλωμά πρόσωπα, στρώθηκαν, και γνώρισαν και στους ντόπιους τις ξαδέρφες τους, την Ιλαρά και την Ευλογιά, που κυριολεκτικά τους πέταξαν τα μάτια έξω. Αργότερα φέρανε και κάποια μαύρα πρόσωπα σε αλυσίδες, αλλά αυτό είναι άλλο παραμύθι για άλλη φορά.
Αυτά τα χλωμά πρόσωπα που λέτε παιδιά, δέν μασούσαν κάστανα, και τα ήθελαν όλα εδώ και τώρα. Πλακωθήκανε χοντρά με τους ντόπιους και οι ντόπιοι φάγανε τόσο πολύ ξύλο, που πήγαν να κρυφτούν όπου μπορούσαν. Καμιά φορά, οι πιό ριψοκίνδυνοι απο τους ντόπιους, σήκωναν χέρι και πετούσαν κανένα κοτρόνι στα χλωμά πρόσωπα, ή τους έπιαναν και τους κούρευαν, αλλά ότι και να έκαναν, δέν άλλαζε τίποτα. Τζάμπα κόπος.
Τελικά, για να μη πολυλογώ, τα χλωμά πρόσωπα κατάφεραν να ξεκάνουν τους περισσότερους ντόπιους. Μερικοί παραδόθηκαν άνευ όρων και μείνανε μίζεροι και απομονωμένοι σε μικρά χωριά να θυμούνται και να κλαίνε τη μοίρα τους. Οι περισσότεροι όμως σήκωσαν πανιά και την κοπάνησαν πέρα απ τη θάλασσα, σε μέρη άγνωστα, και βρήκαν καταφύγιο σε άλλες χώρες. Χώρες όπου δεν τους ήθελαν, τους έλεγαν κοκκινομούρηδες, τους έδειχναν στα καρναβάλια, τους φορούσαν καπέλα με φτερά, αλλά που τουλάχιστον δέν τρώγαν φάπες τόσο συχνα όσο τις έτρωγαν στο σπίτι τους. Έτσι πάει.
Και το πάθημα γίνεται μάθημα, άν έχεις δύο δράμια μυαλό.
Και πέρασαν τα χρόνια… πολλάααα χρόνια …
...και τα χλωμά πρόσωπα φτιάξανε μια Αυτοκρατορία μεγάλη, ναααα! Τόσο μεγάλη, που νόμιζαν ότι θα ζήσει χίλια χρόνια, όπως όλοι οι σαρδανάπαλοι που δεν σκαμπάζουν από Ιστορία. Και χτίζανε ουρανοξύστες που ξύναν τα οπίσθια του ουρανού, στέλνανε ανθρώπους στο φεγγάρι να μαζέψουν τυρί, μά τον Μανιτού!, και βάζανε και παρδαλή σημαία, έτσι για ενθύμιο οτι γαμ**ν και δέρνουν και τα λοιπά, και τα λοιπά. Έτσι πάει, και να μου συγχωρήσετε τα Γαλλικά.
Τέλος πάντων, για να μη σας τα πολυλογώ παιδία μου, οι αυτοκρατορίες που λέτε, κάποια στιγμή γίνονται τοξικές, και μετά αρχίζουν να λιώνουν σαν παγωτό τον Αύγουστο. Οι φτωχοί φώναζαν και πεινούσαν, οι πλούσιοι βαριόντουσαν και έτρωγαν παντεσπάνι, κι οι μικρομεσαίοι βλέπανε Netflix και βρίζονταν στα σοσιαλμύδια.
Έ, και κάποια στιγμή που λέτε άρχισαν να πλακώνονται όλοι αναμετάξυ των, και απο το πολύ το ξύλο, κλάταρε η χώρα στην οποία είχαν έρθει οι παππούδες τους ώς σιδηροτσούτσουνοι κατακτητές, και που τώρα ήταν πλέον και δική τους, και τα κοράκια τριγύρω άρχισαν να τους λιμπίζονται και να ζωγραφίζουν γραμμές σε χάρτες. Έτσι πάει.
Και σε όλη αυτή την αναμπουμπούλα, ο μεγάλος σαμάνος, το Φαλακρό Γεράκι του Βουνού, κάλεσε ένα πάου-γουάου, όπου παρευρέθηκαν όλοι οι αρχηγοί απο τις τέσσερις γωνιές του κόσμου, που όμως δέν είναι ούτε τέσσερις, ούτε γωνίες. Και η συζήτηση πήγε κάπως έτσι:
-Φαλακρό Γεράκι του Βουνού (ΦΓΒ): Πώ!!! Παίδες είδατε τί παίζει;
-Φίδι στον Κόρφο Σου (ΦΚΣ): Άσε, φιλαράκι, άσε!
-Ηχώ της Κραυγής που Άφησε σάν Πάτησε Ακίδα Καθώς η Μάνα του Γαργάριζε Εύθυμα Δίπλα στο Ποτάμι (ΗΚΑΠΑΚΜΦΕΔΠ): Παίδες, τα πράγματα δέν πάνε καθόλου καλά εδώ που είμαστε! Έχουν αρχίσει να μας την πέφτουν πανταχόθεν. Χθές μας είχαν πάρει πάλι με τις φάπες και χάσαμε το Μικρό Κυκλάμινο και το ψάχνουμε εδώ και βδομάδες.
-ΦΓΒ: Ναί μωρέ, κι εδώ τα ίδια, έρχεται μεγάλη μπόρα. Ζήσαμε εδώ όσο ζήσαμε αλλά ίσως είναι καιρός να σκεφτούμε να γυρίσουμε σπίτι.
-Μαλ**** του Χωριού (ΜΤΧ): Ναί! Μά το μεγάλο Μανιτού! Το Μεγάλο Πνεύμα πάντα προόριζε τη γή αυτή για τη φυλή μας. Μεγάλη η χάρη του!
-Όλοι μαζί: Σκάσε ρε συ! Μιλάμε σοβαρά εδώ.
-(ΜΤΧ, ψιθυριστά): Καλάαααα, τα ξαναλέμε σε μερικές δεκαετίες.
-ΦΓΒ: Λοιπόν, συμφωνούμε όλοι, πάμε πίσω στα πάτρια;
-ΗΚΑΠΑΚΜΦΕΔΠ: Μισό! Γιατί δεν πάμε στη Φουγκάντα; Εκεί θα είμαστε τουλάχιστον ασφαλείς. Για πολύ καιρό. Νομίζω. Δεν ξέρω δηλαδή, λέω τώρα, αλλά, έ.
-ΦΓΒ: Δεν είναι κακή ιδέα. Να το συζητήσουμε. (Δυνατά) Ποιός θέλει να μαζέψουμε λεφτά να πάμε στη Φουγκάντα, να αναψει τώρα την πίπα του. … … …
-ΦΓΒ: Δέν βλέπω καπνό. … Ποιός θέλει να επιστρέψουμε σπίτι;
-Όλοι μαζί: ΠΟΥΦ ΠΟΥΦ ΠΟΥΦ ΓΚΟΥΧ
- ΦΚΣ: Άν πάμε δεν τα βλέπω καλά τα πράγματα. Δέν θα μας θέλουν ούτε εκεί. Πρέπει να είμαστε έτοιμοι για κάθε ενδεχόμενο…
-ΦΓΒ: Ναί ρέ, κλασικά. Πουθενά δε μας θέλουν. Τουλάχιστον ας είμαστε σπίτι μας κι ας μη μας θέλουν τα χλωμά πρόσωπα. Ίσως αλλάξουν τα πράγματα, θα δούμε. Θα πρέπει να κάνουμε όμως συμβιβασμούς. Στη χειρότερη θα πέσει ξύλο.
Έτσι που λέτε παιδιά μου άρχισε η επιστροφή αυτού του βασανισμένου λαού. Μάζεψαν λεφτά και άρχισαν να μισθώνουν πλοία και να γυρνάνε. Λίγοι στην αρχή, περισσότεροι αργότερα όταν τα πράγματα άρχισαν να γίνονται πολύ δύσκολα. Και κουβάλησαν μαζί τους τις γλώσσες των τόπων που έζησαν και την κληρονομιά τους που ποτέ δεν ξέχασαν. Ήρθαν με τα παιδιά τους, με βιβλία, με τσουγκράνες, με τραύματα, με όνειρα.
Άρχισαν να αγοράζουν γή και να την καλλιεργούν. Τα χλωμά πρόσωπα ταράχτηκαν.
-Χλωμό Πρόσωπο #1 Μα καλά, ξαναγυρνάνε αυτοί; Δεν μας φτάνουν αυτοί οι κουρέληδες που έχουμε ήδη στους καταυλισμούς τους;
-Χλωμό Πρόσωπο #2 Και τί θέλουν δηλαδή; Χώρα λέει;! Καλά, πάνε καλά; Πού νομίζουν ότι έρχονται;
-Χλωμό Πρόσωπο #3 Κάτι για ένα παππού τους λένε και για έναν Μανιτού. Τί είναι αυτός; Τσίζους πάντως δέν είναι.
-Χλωμό Πρόσωπο #4 Και ποιος τους έδωσε την άδεια; Ξενόφερτοι! Εμείς ζούμε εδώ. Δικός μας είναι ο τόπος.
Κι στο τσουπ-τσουρέκι, τους φόρεσαν το ταμπελάκι "νεο-κατακτητές".
- Εκπρόσωπος των Επιστρεφόντων (ΕΤΕ): Ρε σείς, ώπα. Χόλντ γιόρ χόρσες,που λέτε κι εσείς εδώ. Θα τα βρούμε κάπως. Η αυτοκρατορία διαλύεται. Φτιάχτε εσείς όσες χώρες θέλετε, όπως τις θέλετε, θα φτιαξουμε κι εμείς μια μικρή χώρα για μας, στους πατρογονικούς τόπους μας. Κι όσους δικούς μας θέλουν να φύγουν απο τα χωριά τους, όπου κι άν είναι, θα τους πάρουμε. Κι όσοι από σάς θέλετε να μείνετε, θα τα βρούμε κάπως, αλλά εμείς θα κάνουμε τους δικούς μας νόμους γιατί στα σύνορα της μικρής μας χώρας που θέλουμε να κάνουμε, είμαστε πιά πλειοψηφία. Κι όσοι λίγοι απο μάς θέλουν να παραμείνουν στα καταλύματά τους στις δικές σας χώρες, να τους μεριμνήσετε, όπως κι εμείς τα χλωμά πρόσωπα που θα ζούν στη χώρα μας. Εντάξει; Ντίλ;
- Άρχοντες των Χλωμών Προσώπων (ΑΧΠ): Με καμία δύναμη λέμε! Θα κάτσετε στις δικές μας νέες χώρες και θα αποφασίζουμε εμείς για σας. Δέν θα κάνετε δική σας χώρα στη γή μας.
- ΕΤΕ:Ορίστε; Στη γή σας;
- ΑΧΠ: Ναί ρε! Στη γή μας! Να πάτε πίσω στις χώρες απ’όπου ήρθατε. Άσταδιαλα.
- ΕΤΕ: Καλά, πάμε πρώτα μια βόλτα απ’τα Ηνωμένα Έθνη, που έχουν έρθει για καφέ, να δούμε τι θα πούν κι αυτοί;
- ΑΧΠ: Πάμε, αλλά ότι και να πούν, στα τέτοια μας.
- Ηνωμένα Έθνη: Χάλοου ντάρλινγκς. Φτιάξτε χώρες όσες θέτε και η μια θα είναι για τους επιστρέφοντες, αυτό είναι το σωστό, αλλά να είστε όλοι αγαπημένοι και να μη μαλώνετε. Εμείς φεύγουμε, καλή τύχη.
- ΕΤΕ:Οκ, έγινε, φτιάξαμε χώρα. Να σταματήσουμε να μαλώνουμε τώρα και θα τα βρούμε κάπως.
- ΑΧΠ: Τώρα θα φάτε καλά! Πόλεμος! Θα σας πετάξουμε στη θάλασσα!
(Λίγο αργότερα …)
- Χλωμό Πρόσωπο #1: Ώχ, μας πετάξανε στη θάλασσα οι καρμίρηδες.
- Χλωμό Πρόσωπο #2: Και τώρα δεν μας δέχονται πίσω. Πώπω, καταστροφή. Χάσαμε τα σπίτια μας.
-Χλωμό Πρόσωπο #3: Ούτε οι διπλανοί που φτιάξαν κράτη μας θέλουν. Και τώρα;
-Χλωμό Πρόσωπο #4: Έ, μια στραβή ήταν, θα τους γα**σουμε! Τους αποικιοκράτες, τους νεο-κατακτητές, αυτοί φταίνε για όλα. Ο Τσίζους είναι μαζί μας, κατά τας γραφάς. Πάμε άλλη μία…
Κι έτσι που λέτε καλά μου παιδιά είχανε στο περίπου τα πράγματα.
Και ζήσανε αυτοί σκ*τά κι εμείς καλύτερα.
Προς το παρόν.
No comments:
Post a Comment