Το ερώτημα αν «τελείωσε» η Φυσική έχει τεθεί πολλές φορές στην ιστορία. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η δήλωση του Michelson (του γνωστού από το πείραμα Michelson-Morley) το 1894: “The more important fundamental laws and facts of physical science have all been discovered, and these are now so firmly established that the possibility of their ever being supplanted in consequence of new discoveries is exceedingly remote.” Λίγο αργότερα ήρθαν η θεωρία της σχετικότητας και η κβαντομηχανική και αναποδογύρισαν τα τραπέζια.
Τέτοιες δηλώσεις, νομίζω, συνήθως παραβλέπουν κάποια σημαντικά για μένα σημεία:
1) Την ύπαρξη των “αγνώστων αγνώστων”. Δεν ξέρουμε τι δεν ξέρουμε. Οι μεγαλύτερες ανατροπές προήλθαν από φαινόμενα που δεν είχαμε καν φανταστεί.
2) Τη φαντασία ως θεμελιώδες στοιχείο της επιστημονικής προόδου. Η επιστήμη δεν είναι μόνο παρατήρηση και μέτρηση, αλλά και ριζικές αλλαγές στον τρόπο που σκεφτόμαστε. Η θεωρία της σχετικότητας, για παράδειγμα, δεν προέκυψε από έλλειψη δεδομένων, αλλά από μια αλλαγή οπτικής.
3) Την τεχνολογική πρόοδο ως καταλύτη. Στην Αστρονομία, για παράδειγμα, η αντικατάσταση των φωτογραφικών πλακών από τα CCDs επέφερε μια μικρή επανάσταση. Πολλά πειράματα που σήμερα φαίνονται ανέφικτα, ίσως να είναι θέμα ρουτίνας σε λίγες δεκαετίες.
4) Την εξέλιξη της μεθοδολογίας. Η Φυσική δεν είναι βέβαια στατική ούτε απολύτως καθορισμένη. Η παραδοσιακή πειραματική προσέγγιση δεν εγκαταλείπεται, αλλά εμπλουτίζεται και συνεχώς μετασχηματίζεται. Πλέον βασιζόμαστε ολοένα και περισσότερο σε προηγμένα μαθηματικά και υπολογιστικά μοντέλα, υποστηριζόμενα από τεράστιες υπολογιστικές δυνατότητες. Νέοι ερευνητικοί τομείς αναδύονται, ανοίγοντας καινούριους δρόμους.
Ίσως πράγματι να διανύουμε μια περίοδο σχετικής νηνεμίας, όμως η ιστορία της Φυσικής δείχνει πως τέτοιες φάσεις δεν είναι συχνά παρά το προοίμιο απρόσμενων εξελίξεων. Εν πάση περιπτώσει, ένα τέτοιο ενδεχόμενο δεν μπορούμε να το αποκλείσουμε ελαφρά τη καρδία.
Και ακόμη κι αν κάποια όρια, όπως η κλίμακα Planck, φαίνονται θεμελιώδη και απροσπέλαστα, αυτό δεν σημαίνει ότι οι ανακαλύψεις σταματούν εκεί.
Δεν είναι μόνο το «τι» μπορούμε να μετρήσουμε, αλλά και το πώς το εντάσσουμε σε νέους τρόπους σκέψης. Το ουσιώδες είναι να μπορούμε να διατυπώνουμε υποθέσεις που οδηγούν σε ελέγξιμες προβλέψεις. Όσο αυτό παραμένει εφικτό, δεν νομίζω ότι χρειάζεται να ανησυχούμε ιδιαίτερα για την κατάσταση της Φυσικής.